Τα ελληνικά ποτά κερδίζουν τη μάχη στις ευρωπαϊκές αγορές και στις προθήκες των μπαρ
Στο μυαλό των περισσοτέρων το ούζο έχει ταυτιστεί με την αμμουδιά και τον
μεζέ, ωστόσο αποδεικνύεται ότι έχει λαμπρές προοπτικές και στα μπαρ των 30 χωρών όπου εξάγεται το 70% της συνολικής παραγωγής.Λικέρ μαστίχα, dry τζιν με διάφορες γεύσεις φυτών και φρούτων, παλαιωμένα τσίπουρα και νέα μπράντι, όπως το δωδεκάρι Μεταξά, είναι μόνο μερικά από τα νέα επιτεύγματα της ελληνικής ποτοποιίας-αποσταγματοποιίας, τα οποία θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά στο κοινό αυτή την Κυριακή 29 Ιανουαρίου στην εκδήλωση «Ελληνικό Απόσταγμα 2023», στο Ωδείο Αθηνών.
Negroni με τσίπουρο αντί για τζιν και Bloody Mary με ούζο αντί για βότκα είναι μόνο μερικοί από τους πειραματισμούς γνωστών μπάρμεν που ακολουθώντας την τάση της εποχής μετατρέπονται σε «mixologists», προτείνοντας νέες γεύσεις.
«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αφού δεν είχαμε δουλειά, είπαμε να δημιουργήσουμε κάτι νέο», λέει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ (Σύνδεσμος Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων & Αλκοολούχων Ποτών) κ. Χάρης Μαυράκης, περίπου αστειευόμενος.
Κρίση και πανδημία
«Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος έχει περάσει πολλά. Με την οικονομική κρίση και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος έπεσαν και οι δικές μας πωλήσεις. Σούπερ μάρκετ και χονδρέμποροι πτώχευσαν και άφησαν πίσω τους ως απόνερα απλήρωτες επιταγές και χρέη. Και το 2010 ήρθε η απότομη αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Παράλληλα είδαμε τη γιγάντωση των λαθραίων ποσοτήτων που έμπαιναν στην αγορά. Και έπειτα ήρθε η πανδημία».
Παρ’ όλα αυτά ο κλάδος εμφανίζεται αισιόδοξος, αφού όπως φαίνεται όλο και περισσότεροι πίνουν ελληνικά αλκοολούχα ποτά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Από το 2019 έως το 2022 οι εξαγωγές αυξήθηκαν σε ποσοστό 22%, με πρώτο εξαγώγιμο προϊόν το ούζο. «Μπορεί εδώ στην Ελλάδα να έχουμε στο μυαλό μας τη χαρακτηριστική εικόνα του ούζου με μεζέ δίπλα στη θάλασσα, αλλά η αλήθεια είναι ότι το 70% των ποσοτήτων ούζου που παράγεται στη χώρα εξάγεται», λέει ο κ. Μαυράκης. Πολύ καλή καριέρα κάνει το ούζο κυρίως στη Γερμανία, αλλά επίσης εξάγεται σε περίπου 30 χώρες σε όλο τον κόσμο. Η εγχώρια παραγωγή αποσταγμάτων και άλλων αλκοολούχων ποτών διαμορφώθηκε το 2021 σε 18,8 εκατ. λίτρα αλκοόλης (+1% από το 2020).
Τη 10ετία 2012-2021 μάλιστα εμφανίζει αύξηση 13,31% (+2,12 εκατ. λίτρα), όταν την αντίστοιχη περίοδο οι ποσότητες των εισαγομένων εμφανίζουν σημαντική κάμψη, σημειώνεται στα απολογιστικά στοιχεία του κλάδου. Επίσης τη 10ετία 2012-2021 οι εξαγωγές ελληνικών αλκοολούχων ποτών σημείωσαν αύξηση κατά 32% ως προς τον όγκο.
Το 72% της ελληνικής παραγωγής αλκοολούχων ποτών είναι ποτά Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ενδειξης (ΠΓΕ), ενώ οι περίπου 330 μεταποιητικές επιχειρήσεις παράγουν κάθε χρόνο 67 εκατομμύρια φιάλες αλκοολούχων ποτών. Τα εγχωρίως παραγόμενα ποτά αποφέρουν στα έσοδα του κράτους 85,1 εκατομμύρια ευρώ ετησίως λόγω του ΕΦΚ.
«Μαύρο» τσίπουρο
Παράλληλα, μεγάλες ποσότητες τσίπουρου διακινούνται στην αγορά χωρίς επίσημα παραστατικά και χωρίς την καταβολή φόρου. «Για κάθε πέντε ποτήρια τσίπουρο που καταναλώνεται, ένα έχει φορολογηθεί», σημειώνει χαρακτηριστικά για το μέγεθος της φοροδιαφυγής που προκύπτει μέσω της πόρτας των διήμερων αποσταγματοποιών ο πρώην πρόεδρος του συνδέσμου, Νίκος Καλογιάννης. Οι διήμεροι αποσταγματοποιοί παράγουν συγκεκριμένες ποσότητες τσίπουρου (σ.σ. τυπικά πρόκειται για παραδοσιακό απόσταγμα, το οποίο όμως στην πράξη κυκλοφορεί ως τσίπουρο), με μειωμένο φόρο 0,59 ευρώ ανά κιλό, για τοπική κατανάλωση, ωστόσο πρόσφατα τους δόθηκε η δυνατότητα να διακινούν τα προϊόντα τους και μέσω εμπόρων επιτρέποντάς τους να πωλούν σε περισσότερους καταναλωτές.
Είναι θέμα τιμής το γεγονός ότι οι καταναλωτές προτιμούν το χύμα τσίπουρο. «Στα κέντρα εστίασης ένα χύμα καραφάκι τσίπουρο χρεώνεται όσο περίπου και το εμφιαλωμένο», λέει ο κ. Μαυράκης. «Η μεγάλη διαφορά στην τιμή είναι στο χύμα προϊόν, που πωλείται, για παράδειγμα, σε πλαστικά μπουκάλια στις λαϊκές», εξηγεί.
Ελεγχος και ασφάλεια
«Πρέπει να πούμε ότι τα δικά μας προϊόντα ελέγχονται από το χημείο του κράτους, τον ΕΦΕΤ (Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων) και το τελωνείο. Επίσης, σε κάθε μπουκάλι υπάρχει αύξων αριθμός που σου επιτρέπει να πας πίσω στον τόπο παρασκευής. Τα ανώνυμα προϊόντα δεν υπόκεινται σε κανέναν έλεγχο και αυτό μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνο για την υγεία», καταλήγει.
Οι αριθμοί
330 μονάδες παραγωγής ελληνικών αλκοολούχων ποτών παράγουν 67 εκατομμύρια φιάλες ετησίως.
72% των ελληνικών αλκοολούχων ποτών διαθέτουν Προστατευόμενη Γεωγραφική Ενδειξη.
73% το ποσοστό της ποσότητας των εξαγωγών της ελληνικής ποτοποιίας που αφορά το ούζο.
65% αυξήθηκαν οι εξαγωγές τσίπουρου το πρώτο εξάμηνο του 2022 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020.
74% της συνολικής ποσότητας των ελληνικών εξαγωγών αλκοολούχων ποτών πηγαίνει σε χώρες της Ε.Ε., με το μεγαλύτερο μέρος (43,4%) να καταλήγει στη Γερμανία.