ΕΠΙΦΘΕΓΜΑΤΑ
ΣΕ ΖΩΑ
Ούνξ! ή τσιούνξ!: Να σταματήσει το υποζύγιο. (γαίδούρι, μουλάρι).
Μότς!: Να ξεκινήσει το μουλάρι.
Τσιουτς! πρ!: Να ξεκινήσει ο γάιδαρος.
Τπρούκα! τπρούκα! τπρούκα! πουλ! πουλ! πουλ! : Όταν καλούμε τις κότες να φάνε.
Πίλι! πίλι! πίλι!: Όταν καλούμε τις κότες να φάνε.
Ξιου! ξιου! ξιου!: Να φύγουν οι κότες από ένα μέρος.
Πιτνέξ!: Να φύγει ο ξένος πετεινός.
Κουτέξ!: Να φύγει η ξένη κότα.
Ξένξ!: Να φύγουν οι ξένες κότες και οι πετεινοί.
Ιτ! ουστ! βρε ι!: Να φύγει ο σκύλος.
Κούδι: κούδι! κούδι!: Να ρθει κοντά μας το μικρό σκυλάκι.
Όϊ! : Προσφώνηση σε βόδια.
Μούλα! μούλα! μούλα! Να! Να! Να!: Να βρεθεί το μουλάρι που χάσαμε.
Τας! τας! τας!: Να μας χτυπήσει το κριάρι ή ο τράγος με τα κέρατα στην παλάμη που έχουμε απλώσει μπροστά του.
Γκουτς! γκουτς! γκουτς! ή μπις! Μπις! μπις! Όταν καλούμε το γουρούνι να ρθει κοντά μας.
Ε! ε! ε!: Όταν σαλαγάμε τα γίδια.
Ψίτ!: Να φύγει η γάτα ή οι γάτες από μπροστά μας.
Ματς! ματς! ματς!: Να μαζευτούν οι γάτες κοντά μας.
Ζαααρ! ζαρ! ζαρ! ζαααρ!: Να αρχίσει να γκαρίζει ο γάϊδαρος. (Η προσφώνηση αυτή λέγεται και ζαρζάρισμα).
Έλα! έλα! έλα!: Να ρθει η γίδα κοντά μας.
Ίγια! Ίγια! Ίγια!: Να φύγει το γεράκι για να μη φάει τα κλωσσοπούλια.
Ίλαξ!: Να φύγουν οι κότες.
τπρ! τπρ! τπρ!: Να φύγουν τα πρόβατα.
κατσ’! κατσ’! κατσ’!: Να καθήσει η κότα να την πιάσουν.
Ντου μπρε !: Να κυνηγήσουν τα σκυλιά το λύκο ή τον τσάκαλο.
Τσαγγάρικη ορολογία
Άλτσα: Πρόσθετο δέρμα πάνω από τον κουντεπιέ.
Ανελίνη: Ειδική μπογιά.
Βάρδουλα: Το κομάτι με δοντάκια που έρραβαν ανάμεσα σε σόλα και παπούτσι.
Γεμίσματα: Άχρηστα κομάτια δέρματος για τον πάτο.
Δίσποντο: Εργαλείο που έκαναν σημάδια.
Δίψιδο: Τρυπούλες και σχέδιο μαζί σε σχήμα καρδιάς.
Καζεΐνη: Ειδική κόλλα.
Κάτια: Κλωστή στριμένη με 2,3,4 κομάτια.
Κατσαμπρόκι: Μυτερό εργαλείο για τρύπες.
Καψουλιέρα: Οι τρύπες που περνάει το κορδόνι.
Κομπάσο: Είδος διαβήτη, παχύμετρο.
Κουντεπιές: Το δέρμα πάνω από τα δάχτυλα.
Κρουπόν: Φυτικής δέψης για την κοπή εσωτερικών σολών (πάτων)
Λαμπούγιο: Το πίσω μέρος του παπουτσιού.
Λόγκα: Πρόσθετο δέρμα στο πίσω μέρος του παπουτσιού.
Μανικέτα: Εργαλείο που πυρακτώνονταν για να λιώνει το κερί.
Μασκαρέτα: Το κομάτι πάνω από τα δάχτυλα.
Μολιέρ σκέτο: Δέρμα χωρίς σχέδια.
Μπατζάκια: Δέρμα από τα πόδια, τα γόνατα, ή την ουρά του ζώου.
Μπουγκέτα: Δεύτερη σόλα καρφωμένη πάνω στην πρώτη.
Μυκήρια: Γεμίσματα με κομάτια από δέρμα.
Ξεφουμάρισμα: Γυάλισμα σόλας.
Ξυλούρισμα: Το παραπανίσιο δέρμα στα τακούνια.
Παπίτσα: Σιδερένιο εργαλείο που έβαζαν το παπούτσι για να το δουλεύουν.
Παρικόπετσα: Κομάτια δέρμα για τον πάτο.
Πατωτικό: Εργαλείο για το ράψιμο της σόλας.
Πιστάρω: Χτυπώ το δέρμα με το σφυρί για να στρώσει.
Πομπές: Το πάνω μέρος των δαχτύλων.
Πόντα: Η μύτη του παπουτσιού.
Ποντίνι: Η απόσταση που μετρούσαμε με το κομπάσο.
Ρεφιλάρω: Ξύνω το δέρμα με φαλτσέτα.
Ροδάκι: Εργαλείο που έκαναν γραμμούλες για να ομοφαλινει το τακούνι.
Σμόκιν: Το δέρμα ραμμένο από μέσα.
Σάνα στυλ σμόκιν: Το κομάτι πάνω από τα δάχτυλα
Σόπρο: Το τελευταίο πετσί στα τακούνια.
Στάνιος: Σφυρηλάτημα δέρματος.
Στέκα: Ερκαλείο από μαχαίρι ξύλινο να φύγουν τα σημάδια.
Φάλτσα: Κομάτια για τακούνια.
Φαλτσέτα: Λάμα κοφτερή.
Φιάπα: Το πρώτο στρώμα μετά τη σόλα.
Φόντια: Όλο το πάνω δέρμα του παπουτσιού.
Φόρτια: Το πίσω μέρος του παπουτσιού.
Φορτσέτα: Η καμάρα του παπουτσιού.
Ψίδι: Το κομάτι μετά τα δάχτυλα προ της καψουλιέρας.