Α. ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ
ΚΛΙΣΗ ΑΡΘΡΩΝ
Ενικός Αριθμός
Πτώσεις |
Αρσενικά |
Θηλυκά |
Ουδέτερα |
ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ |
η |
η |
του |
ΓΕΝΙΚΗ |
τ’ |
τ’ς |
τ’ |
ΑΙΤΙΑΤΙΚΗ |
του(ν) |
τ’ |
του |
ΚΛΗΤΙΚΗ |
ε |
ε |
ε |
Πληθυντικός Αριθμός
ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ |
οι |
οι |
τα |
ΓΕΝΙΚΗ |
- |
- |
- |
ΑΙΤΙΑΤΙΚΗ |
τ’ς |
τ’ς |
τα |
ΚΛΗΤΙΚΗ |
ε |
ε |
ε |
Για το αρσενικό και θηλυκό είναι το άρθρο η και για το ουδέτερο το άρθρο του.
Γενική πληθυντικού δε γίνεται χρήση ούτε στα άρθρα, ούτε στα ονόματα.
ΚΛΙΣΗ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
α. Αρσενικά σε -ας, - ης, ος - ους.
Ενικός Αριθμός
Ον. η ψαράς αέρας φουρνάρ’ς χαζός κουμπάρους
Γεν. τ’ ψαρά αέρα φουρνάρ’ χαζού κουμπάρου
Αιτ. του(ν) ψαρά αέρα φουρνάρ’ χαζό κουμπάρου
Κλ. ε ψαρά αέρα φουρνάρ’ χαζέ κουμπάρι
Πληθυντικός Αριθμός
Ον. οι ψαράδις αέρ’δις φουρνάρ’δις χαζοί κουμπαροί
Γεν - - - - -
Αιτ. τ’ς ψαράδις αέρ’δις φουρνάρ’δις χαζοί κουμπαροί
Κλ. ε ψαράδις αέρ’δις φουρνάρ’δις χαζοί κουμπαροί
Στην αιτ. ενικού όταν το όνομα αρχίζει από φωνήεν, το άρθρο παίρνει ν π.χ. τουν αέρα
Όμοια με τα παραπάνω κλίνονται και τα ονόματα παπάς, πατριώτ’ς, τσαγγάρ’ς, φίλους.
β. Θηλυκά σε –α, -η, -ου.
Ενικός Αριθμός
Ον. η μέρα μαμή μαϊμού
Γεν. τ’ς μέρας μαμής μαϊμούς
Αιτ. τ’ μέρα μαμή μαϊμού
Κλ. ε μέρα μαμή μαϊμού
Πληθυντικός Αριθμός
Ον. οι μέρις μαμές μαϊμούδις
Γεν. - - -
Αιτ. τ’ς μέρις μαμές μαϊμούδις
Κλ. ε μέρις μαμές μαϊμούδις
Στην αιτ. του ενικού το άρθρο, στα μεν ονόματα που αρχίζουν από σύμφωνο είναι τ’ ενώ από φωνήεν τ’ν π. χ. τ’ μέρα τ’ν ιδέα. Όμοια με τα παραπάνω κλίνονται: η βέρα, η πηγή.
γ. Ουδέτερα σε –ι –ου –ο -αδ’ -ουδ’ –ους -α.
Ενικός αριθμός
Ον. του αυτί θρανίου κουπάδ’ αυγό πιδούδ’
Γεν. τ’ αυτιού - κουπαδιού αυγού πιδούδ’
Αιτ. του αυτί θρανίου κουπάδ’ αυγό πιδούδ’
Κλ. ε αυτί θρανίου κουπάδ’ αυγό πιδούδ’
Πληθυντικός αριθμός
Ον. τα αυτιά θρανία κουπάδια αυγά πιδούδια
Γεν. - - - - - -
Αιτ. τα αυτιά θρανία κουπάδια αυγά πιδούδια
Κλ. ε αυτιά θρανία κουπάδια αυγά πιδούδια
Ενικός αριθμός
Ον. του κράτους λάθους τρέξ’μου κύμα
Γεν. - - - - -
Αιτ. του κράτους λάθους τρέξ’μου κύμα
Κλ. ε κράτους λάθους τρέξ’μου κύμα
Πληθυντικός αριθμός
Ον. τα κράτη λάθια τριξίματα κύματα
Γεν. - - - - -
Αιτ. τα κράτη λάθια τριξίματα κύματα
Κλ. ε κράτη λάθια τριξίματα κύματα
Όμοια κλίνονται και τα ονόματα: χαρτί, γατί, κάδρου, κιφάλ’, αυγό, κουρτσούδ’, πλάτους, σβίσ’μου, τάμα, κ.λ.π.
Παρατηρήσεις
Τα αρσενικά σε -ης αποβάλλουν το φωνήεν η π. χ. μανάβ’ς.
Τα αρσενικά σε -ος όσα παίρνουν οξεία κρατούν το ο και τα υπόλοιπα το κάνουν ου π. χ. μαραγκός, γάϊδαρους.
Γενικά σ’ όλες τις συλλαβές που υπάρχει ο τρέπεται σε ου όταν η συλλαβή δεν τονίζεται. Όταν όμως τονίζεται παραμένει. π. χ. κότα, κουτόπουλου.
4) Σε μερικά αρσενικά σε -ης και μάλιστα στα κύρια ονόματα αναγραμματίζεται το –η- Θανάησς.
5) Όσα λήγουν σε -αρς, προσδιορίζουν συνήθως την ιδιότητα του ονόματος π. χ. β’ζιάρ’ς, τσιμπλιάρ’ς.
6) Στα περισσότερα παροξύτονα ουδέτερα ονόματα σε –ι, η κατάληξη παθαίνει έκθλιψη π. χ πιτ’νάρ’.
7) Στα ουδέτερα σε -ους, -ου και - α που προέρχονται από τα τριτόκλιτα ονόματα δεν είναι εύχρηστη η γενική ενικού π.χ. πλάτους, ψάξ’μου, λιώμα. Αυτή εκφράζεται περιφραστικά με την πρόθεση από + αιτιατική π.χ. απ’ του πλάτους.
8) Δεν είναι εύχρηστη επίσης η γενική των ουδετέρων σε -ου και που σημαίνει πράγμα π. χ. του βιβλίου.
9) Στα ουδέτερα σε ους, ου, και α που προέρχονται από τα τριτόκλιτα ονόματα δεν είναι εύχρηστη η γενική πτώση του ενικού. Αυτή εκφράζεται περιφραστικά με την πρόθεση από και αιτιατική π. χ. απ’ του κέρδους, απ’ του γράψ’μου, απ’ του χώμα.
ΕΠΙΘΕΤΑ
Τα οξύτονα έχουν κατάληξη -ος, τα δε υπόλοιπα - ους:
η κακός - η κακή (ια) - του κακό (ός, ιά, ό).
η καλός - η καλή - του καλό (ός, ή, ό).
η μαύρους - η μαύρ’ - του μαύρου (ους, η, ου).
η γαλάζιους - η γαλάζια - του γαλάζιου (ους, ια, ου).
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΩΝ
Τα παραθετικά σχηματίζονται με απλές καταλήξεις, μονολεκτικά και περιφραστικά: π. χ.
καλός - καλύτιρους και πιο καλός - πιο καλύτιρους.
καλή - καλύτιρ’ και πιο καλή - πιο καλύτιρ’.
καλό - καλύτιρου και πιο καλό - πιο καλύτιρου.
φτουχός - φτουχότιρους και πιο φτουχός - πιο φτουχότιρους.
φτουχιά - φτουχότιρ’ και πιο φτουχιά - πιο φτουχότιρ’.
φτουχό - φτουχότιρου και πιο φτουχό - πιο φτουχότιρου.
Σημ. Κατά το σχηματισμό των παραθετικών αντί του επιρρήματος πιο χρησιμοποιείται και το επίρρημα ακόμα ή το ιδιωματικό ντιπ, η πρόθεση παρά ή πάρα πολύ + θετικός βαθμός π. χ. ντιπ φτουχός, πάρα κουσβός ή πάρα πουλύ κουσβός. Το ντιπ έχει και την έννοια του καθόλου. π. χ. δεν έχου ντιπ λιφτά.
Περίφραση - Επανάληψη
π. χ. πάρα πουλύ κουσβός, πουλύ πιο γιρός.
Επίταση: π. χ. κατάμαυρους, θιότριλους, ουλόμαυρους.
Παραθετικά προς το λιγότερο ή μικρότερο. π. χ. καλύτιρους απού μένα, χειρότιρους απού σένα, φτουχότιρους απ’αυτόν. κ. λ. π.
ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ
Απόλυτα:
Ον. ένας μια ένα.
Αιτ. έναν μια ένα.
Οι δυο - τα δυο, οι τρεις - τα τρία, οι τέσσιρις - τα τέσσιρα.
Στις άλλες πτώσεις δε τα συναντούμε.
Ενικός αριθμός
Ον. η μ’σός η μ’σή του μ’σό.
Αιτ . του μ’σό τη μ’σή του μ’σό.
Πληθυντικός αριθμός
Ον. οι μ’σοί οι μ’σές τα μ’σά.
Αιτ. τα μ’σοί τα μ’σές τα μ’σά.
Διανεμητικά: Ένας - ένας, δυο-δυο, απού ένας - ένας, απού δυο - δυο.
Πολλαπλασιαστικά: Μουνός - μουνή - μουνό, διπλός - διπλή - διπλό.
Επιτακτική χρήση: Του τρία, τέσσερα, πέντι, επτά π.χ. τρικούβιρτου, τιτράπαχους, πιντάμουρφους, ιφτάψυχους.
Αριθμητικοί τύποι: Σε -αριά. π. χ. σαρανταριά, σε άρ’. π.χ. κατουστάρ’, σε άρ’κου δικάρ’κου.
ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ
1)Προσωπικές: Ιγώ-ισύ -αυτός
Ενικός αριθμός
Ον. ιγώ ισύ (ισέ) αυτός.
Γεν. - - αυτνού ή αυνού.
Πληθυντικός αριθμός
Ον. ημείς ισείς αυτοί ή αυτνοί ή αυνοί.
Αιτ. ημάς ισάς αυτοί ή αυτνοί ή αυνοί.
2)Αυτοπαθείς: Μόνο στον ενικό και σε δυο μόνο πτώσεις.
Ενικός αριθμός
Ον. η ιαυτός μ’ η ιαυτός σ’ η ιαυτός τ’
Αιτ. τουν ιαυτό μ’ τουν ιαυτό σ’ τουν ιαυτό τ’
3)Κτητικές:
Ενικός αριθμός
Ον. η θ’κός μ’ η θ’κή μ ( θ’κιά μ) του θ’κό μ’
Αιτ. τουν θ’κό μ’ τη θ’κή μ (θ’κιά μ) του θ’κό μ’
Πληθυντικός αριθμός
Ον. οι θ’κοί μας οι θ’κές μας τα θ’κά μας.
Αιτ. τ’ς θ’κοί μας τ’ς θ’κές μας τα θ’κά μας.
Όμοια κλίνεται: η θ’κό σ’, η θ’κή τ’ (θ’κιά τ’), του θ’κό τ’, η θ’κός τ’, η θ’κή τ (θ’κιά τ’), του θ’κό τ’.
4)Δεικτικές:
Ενικός αριθμός
Ον. ιτούτους ιτούτ’ ιτούτου ικείνους ικείν’ ικείνου
Γεν. ιτούτου ιτούτνης ιτούτου ικ’νού ικ’νής ικ’νού
Αιτ. ιτούτουν ιτούτην ιτούτου ικείνουν ικείν’ ικείνου
Πληθυντικός αριθμός
Ον. ιτούτνοι ιτούτις ιτούτα ικείν’ ή ικνοί ικείνις ικείνα
Αιτ. ιτούτνοι ιτούτις ιτούτα ικείν’ ή ικ’νοί ικείνις ικείνα
Ενικός αριθμός
Ον. αυτός (αυτόνους) αυτή αυτό
Γεν. αυτνού (αφ’νού) αυτ’νής (αφ’νής) -
Αιτ. αυτόν (αυτόνουν) αυτή (αυτήνην) αυτό
Πληθυντικός αριθμός
Ον. αυτοί ή αυτ’νοί ή αφ’νοί αυτές ή αυτένις αυτά ή αυτάνα
Αιτ. αυτοί ή αυτ’νοί ή αφ’νοί αυτές ή αυτένις αυτά ή αυτάνα
5)Αναφορικές:
Ενικός αριθμός
Ον. όποιους όποια όποιου όσους όσ’ όσου
Γεν. όποιου όποιας όποιου - - -
Αιτ. όποιουν όποια όποιου όσου όσην όσου
Πληθυντικός αριθμός
Ον. όπχνοι όπχις όποια όσνοι (όσ’) όσις όσα
Αιτ. όπχνοι όπχις όποια όσνοι (όσ’) όσις όσα
6)Ερωτηματικές:
Την ερωτηματική αντωνυμία τις τη συναντάμε μόνο στη γενική τίνους π. χ. τίνους είνι τα λιφτά.
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός
Ον. ποιος ποια ποιο Ον. ποιανοί ποιες ποια
Γεν. ποιανού ποιανής ποιανού Γεν. - - -
Αιτ. ποιον ποια ποιο Αιτ. ποιανοί ποιες ποια
7)Αόριστες:
Ενικός αριθμός
Ον. κανένας καμιά κανένα
Αιτ. κανέναν καμιά κανένα
Πληθυντικός αριθμός Λείπει
Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός
Ον. άλλους άλλ’ άλλου άλλ’ ή άλλνοι άλλις άλλα
Γεν. αλλνού αλλνής άλλου - - -
Αιτ άλλουν άλλ’ άλλου άλλ’ ή αλλνοί άλλις άλλα
ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
Απού : απού τώρα κι ύστιρα, απού βραδίς
Κατά: έχει την έννοια του προς, κοντά, σύμφωνα π.χ. Κατά τ’ Νικήτ, κατά τ’ν Άνοιξ’, κατά μάνα κατά κύρ’.
Μιτά: μιτά απού μένα.
Μι: μι τη μένα, ίσια μι του Γιάνν’ δεν είσι;
Σι(σια): σι τούτου του χουριό, σιαδώ, σιαμπρουστά.
Παρά: έχει την έννοια του προς, μακριά, υπερβολικά. π. χ. παρά ’κει, παραμάχαλα, του παράκανις.
ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΑ
Τοπικά: σιαδώ, σιακεί, σιαπάν’, σιακάτ’, απάν’, κάτ’, χαμ’λά, πέρα δώθι, ιδώ, ψηλά, ικεί, παντού παρακεί, παράμιρα, παραμάχαλα, τρουϊουριστά,
Χρονικά: ταχιά, μιθαύριου, σιατνάλλ’, σιαμπρουστά, ιχτές, παραπρουχτές, φέτου, προυπέρσ’.
παραπρουπέρσ’, απουβραδύς, ταπουλτώρα, σήμιρα, ιψές + (προ, παρά), σιαπαρέκ’.
ΡΗΜΑΤΑ 1) Ενεργητικά :
Ενεστώτας: δένου, δεν’ς, δέν’, δένουμι, δέν(ι)τι, δεν’.
Παρατατικός: έδινα, έδινις, έδινι, δέναμι, δέματι, έδιναν.
Αόριστος: έδισα, έδισις, έδισι, δέσαμι, δέσατι, έδισαν.
Μέλλων διαρκής: θα δένου, θα δεν’ς, θα δεν’, θα δένουμι, θα δεν(ι)τι, θα δεν’.
Μέλλων στιγμιαίος: θα δέσου, θα δέεισς, θα δέσ’, θα δέσουμι, θα δέσ(ι)τι θα δέσ’ν.
Παρακείμενος: έχου δέσ’, έχ’ς δέσ’, έχ’ δέσ’, έχουμι δέσ’, έχιτι δέσ’, έχ’ν δέσ’.
Υπερσυντέλικος: είχα δέσ’, είχις δέσ’, είχι δέσ’, είχαμι δέσ’, είχιτι ή είχατι δέσ’, είχαν δέσ’.
2) Μέσα παθητικά:
Ενεστώτας: δένουμι, δένισι, δένιτι, δένουμίστι, δένιστι, δένουντι.
Παρατατικός: δένουμαν, δένουσαν, δένουνταν, δένουμάσταν, δένουσάσταν, δένουνταν.
Αόριστος: δέθ’κα, δέθ’κις, δέθ’κι, δέθ’καμι, δέθ’κιτι, δέθ’καν.
Μέλλων στιγμιαίος: θα διθώ, θα διθείς, θα διθεί, θα διθούμι, θα διθείτι, θα διθούν.
Μέλλων διαρκής: θα δένουμι, θα δένισι, θα δένιτι, θα δένουμίστι, θα δένιστι, θα δένουντι.
Παρακείμενος: έχου διθεί, έχ’ς διθεί, έχ’ διθεί, έχουμι διθεί, έχιτι διθεί, έχ’ν διθεί.
Υπερσυντέλικος: είχα διθεί, είχις διθεί, είχι διθεί, είχαμι διθεί, είχατι διθεί, είχαν διθεί.
3) Συνηρημένα:
α. Ενεργητική φωνή
Ενεστώτας: νικώ, νικάς, νικάει, νικούμι, νικάτι, νικούν.
Παρατατικός: Δε γίνεται χρήση.
Αόριστος: νικούσα, νικούσις, νικούσι, νικούσαμι, νικούσατι, νικούσαν.
Μέλλων διαρκής: θα νικώ, θα νικάς, θα νικάει, θα νικούμι, θα νικάτι, θα νικούν.
Μέλλων στιγμιαίος: θα νικήσου, θα νικήεισς, θα νικήσ’, θα νικήσουμι, θα νικήσ’τι, θα νικήσ’ν.
Παρακείμενος: έχου νικήσ’, έχ’ς νικήσ’, έχ’ νικήσ’, έχουμι νικήσ’, έχιτι νικήσ’, έχ’ν νικήσ’.
Υπερσυντέλικος: είχα νικήσ’, είχις νικήσ’, είχι νικήσ’, είχαμι νικήσ’, είχατι νικήσ’, είχαν νικήσ’.
β. Μέση φωνή
Ενεστώτας: νικιέμι, νικιέσι, νικιέτι, νικιούμαστι, νικιέστι, νικιούντι.
Παρατατικός: νικιούμαν, νικιούσαν, νικιούνταν, νικιούμασταν, νικιούσασταν, νικιούνταν.
Αόριστος: νικήθ’κα, νικήθ’κις, νικήθ’κι, νικήθ’καμι, νικήθ’κητι, νικήθ’καν.
Παρακείμενος: έχου νικηθεί, έχ’ς νικηθεί, έχ’ νικηθεί, έχουμι νικηθεί, έχιτι νικηθεί, έχ’ν νικηθεί.
Υπερσυντέλικος: είχα νικηθεί, είχις νικηθεί, είχι νικηθεί, είχαμι νικηθεί, είχατι νικηθεί, είχαν νικηθεί.
5)Συγκοπτόμενα ρήματα:
α. Ενεργητική φωνή:
Ενεστώτας: ακούου, ακούς, ακούει, ακούμι, ακούτι, ακούν.
Παρατατικός: άκουα, άκουις, άκουι, ακούαμι, ακούατι, άκουαν.
Αόριστος: άκουσα, άκουσις, άκουσι, ακούσαμι, ακούσατι, άκουσαν.
Μέλλων διαρκής: θα ακούου, θα ακούς, θα ακούει, θα ακούμι, θα ακούτι, θα ακούν.
Μέλλων στιγμιαίος: θα ακούσου, θα ακούεισς, θα ακούσ’, θα ακούσουμι, θα ακούστι, θα ακούν.
Παρακείμενος: έχου ακούσ’, έχ’ς (έϊς) ακούσ’, έχ’ ακούσ’, έχουμι ακούσ’, έχιτι ακούσ’ έχ’ν ακούσ’.
Υπερσυντέλικος: είχα ακούσ’, είχις ακούσ’, είχι ακούσ’, είχαμι ακούσ’, είχατι ακούσ’, είχαν ακούσ’.
β. Μέση φωνή:
Ενεστώτας: ακούουμι, ακούισι, ακούιτι, ακούουμίστι, ακούιστι, ακούουντι.
Παρατατικός: ακούουμαν, ακούουσαν, ακούουνταν, ακούουμάσταν, ακούουσάσταν, ακούουνταν.
Μέλλων διαρκής: θα ακούουμι, θα ακούισι, θα ακούιτι, θα ακούουμίστι, θα ακούιστι, θα ακούουντι.
Μέλλων στιγμιαίος: θα ακουστώ, θα ακουστείς, θα ακουστεί, θα ακουστούμι, θα ακουστείτι, θα ακουστούν.
Παρακείμενος: Έχου ακουστεί, έχ’ς ακουστεί, έχ’ ακουστεί, έχουμι ακουστεί, έχιτι ακουστεί, έχ’ν ακουστεί.
Υπερσυντέλικος: είχα ακουστεί, είχις ακουστεί, είχι ακουστεί, είχαμι ακουστεί, είχιτι ακουστεί, είχαν ακουστεί.
Συντελεσμένος Μέλλων: θα έχου ακουστεί, θα έχ’ς ακουστεί, θα έχ’ ακουστεί, θα έχουμι ακουστεί, θα έχιτι ακουστεί, θα έχ’ν ακουστεί.
Κλίση του ρήματος «κλαίου»
Ενεργητική φωνή
Ενεστώτας: κλαίου, κλαίς, κλαίει, κλαίμι, κλαίτι, κλαίν.
Παρατατικός: έκλιγα, έκλιγις, έκλιγι, κλαίγαμι, κλαίγατι, έκλιγαν.
Αόριστος: έκλαψα, έκλαψις, έκλαψι, κλάψαμι, κλάψατι, έκλαψαν.
Μέλλων διαρκής: θα κλαίου, θα κλαίς, θα κλαίει, θα κλαίμι, θα κλαίτι, θα κλαίν’.
Μέλλων στιγμιαίος: θα κλάψου, θα κλάψ’ς, θα κλάψ’, θα κλάψουμι, θα κλάψ’τι, θα κλάψ’ν.
Παρακείμενος: έχου, έχ’ς, έχ’, έχουμι, έχιτι, έχ’ν. (κλάψ’).
Υπερσυντέλικος: είχα, είχις, είχι, είχαμι, είχατι, είχαν (κλάψ’).
Μέλλων συντελεσμένος: θα έχου, θα έχ’ς, θα έχ’, θα έχουμι, θα έχιτι, θα έχ’ν. (κλάψ’).
Παθητική φωνή
Ενεστώτας: κλαίουμι, κλαίϊσι, κλαίϊτι, κλαίουμίστι, κλαίϊστι, κλαίουντι.
Παρατατικός: κλαίουμαν, κλαίουσαν, κλαίουνταν, κλαίουμάσταν, κλαίουσάσταν, κλαίουνταν.
Αόριστος: κλάφ’κα, κλάφ’κις, κλάφ’κι, κλάφ’καμι, κλάφ’κατι, κλάφ’καν.
Μέλλων στιγμιαίος: θα κλαφτώ, θα κλαφτείς, θα κλαφτεί, θα κλαφτούμι, θα κλαφτείτι, θα κλαφτούν.
Μέλλων διαρκής: θα κλαίουμι, θα κλαίϊσι, θα κλαίϊτι, θα κλαίουμίστι, θα κλαίϊστι, θα κλαίουντι.
Παρακείμενος: έχου, έχ’ς, έχ’, έχουμι, έχιτι, έχ’ν, (κλαφτεί).
Υπερσυντέλικος: είχα, είχις, είχι, είχαμι, είχιτι, είχαν, (κλαφτεί).
Συντελεσμένος μέλλων: θα έχου, θα έχ’ς, θα έχ’, θα έχουμι, θα έχιτι, θα έχ’ν, (κλαφτεί).
Γραμματικές Παρατηρήσεις:
Ο άτονος φθόγγος ο και ω προφέρονται ως ου παλιόδρομος. παλιόδρουμους, μέτωπο, μέτουπου.
Εξαιρείται το όλος = ούλους.
Το άτονο ω και ομαι των ρημάτων γίνεται ου και ούμι π.χ. γράφω = γράφου, κόβομαι = κόβουμι.
Το άτονο ε και αι προφέρεται ως ι π. χ. εδώ = ιδώ, φύγε = φύγι λέγομαι = λέγουμι.
Το άρθρο την της αιτιατικής του ενικού στα θηλυκά σχηματίζεται κατά τρεις τρόπους:
α) Όσα αρχίζουν από φωνήεν χάνουν το η του άρθρου. π. χ. την Άννα = τ'ν Άννα.
β) Όσα αρχίζουν από σύμφωνο εκθλίβουν την κατάληξη, π.χ. τη γάτα = τ’ γάτα.
γ) Όσα αρχίζουν από σύμφωνα (κ, π, τ.) χάνουν το τη και το ν τρέπεται σε γ όταν συναντήσει κ σε μ όταν συναντήσει το π και παραμένει όταν συναντήσει το τ π. χ. την κατσίκα = τ’ γκατσίκα, την πάπια = τ’ μπάπια, την ταβέρνα = τ’ν ταβέρνα.
Ο παρατατικός στο α΄ και β΄ πρόσωπο του πληθυντικού παίρνει δυο τόνους. π.χ. έγραφάμι, έπιζίτι.
Το άρθρο το του ουδετέρου προφέρεται του και το τον του π. χ. το άλογο = του άλουγου, τον άνθρωπο = τουν άνθρουπου.
Το ντ προφέρεται ως d, και το γκ ως g.
Όταν το πρώτο γράμμα του συνδιασμού ε υ τρέπεται σε ι, τότε το υ που μένει γράφεται με φ, ή β π.χ. θα παντριφτώ, του διξί μ’ του πλιβρό.
Το και δε χρησιμοποιείται καθόλου. Αντί γι’αυτό χρησιμοποιείται το κι.
Μπροστά από το αρχικό τονισμένο ε των λέξεων αναπτύσσεται ένα ι π. χ έλα -ιέλα.
Στον Παρατατικό και στον Αόριστο ο τόνος διατηρείται πάνω στην πρώτη συλλαβή του πρώτου και δεύτερου πληθυντικού προσώπου. π. χ. διάβασαμι.
Το άμεσο αντικείμενο τίθεται σε αιτιατική αντί γενική σε ορισμένες περιπτώσεις π. χ. τουν άριζι ενώ το έμμεσο σε ονομαστική π.χ. είδαμι πουλνοί.
Μετοχές ενεστώτα ενεργητικής φωνής
τραγ’δώντας, γιλώντας, χουρεύουντας:
Μετοχές ενεστώτα παθητικής φωνής:
δαρμένους, πλυμένους, μαδ’μένους.
Υποκοριστικές καταλήξεις:
-ακ: νιράκ’, πιδάκ’.
-ουδ: κουρτσούδ’, γατούδ’.
-ουδα: μανούδα, αδιρφούδα.
-ελ: σπιτέλ’.
Μεγενθυντικές καταλήξεις.
-ακας: μιθύστακας.
-ουκλας: αντρούκλας.
-ουκλα: χειρούκλα.
-ουκα: πατατούκα.
-αλας: κιφάλας.
-αρα: αγνικάρα.
-ωνα: σπιταρώνα.
-ακλας: άντρακλας.
Παραγωγικές καταλήξεις θηλυκών ζώων: Σκύλα, γρούνα, γαδούρα, προυβατίνα.
Αντρωνυμικά ή επωνυμικά: Θιουχάρινα, Πούλινα, Ντιμαράδινα