Πάνω από μισό εκατομμύριο εκτάρια με ελαιόδεντρα οδεύουν προς εγκατάλειψη στην Ισπανία, εξαιτίας του συνδυασμού της χαμηλής κερδοφορίας που συνεπάγεται στη χώρα της Ιβηρικής η παραδοσιακή καλλιέργεια, η επένδυση σε πιο παραγωγικές μεθόδους καλλιέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο και η υποχώρηση της κατανάλωσης.
Σε πρόσφατη έκθεσή της, η Deoleo, υπογραμμίζει την εγκατάλειψη των ελαιώνων αυτών, που αντιστοιχούν στο
20% επί του συνόλου του ισπανικού ελαιώνα, υποστηρίζοντας πως κάτι τέτοιο θα έθετε υπό αμφισβήτηση την παγκόσμια ηγεμονία της χώρας στον κλάδο, με συνεπακόλουθο αρνητικό αντίκτυπο για το περιβάλλον.
Ειδικότερα, η έκθεση αναφέρει ότι 68% του συνόλου του ελαιώνα της Ισπανίας, καλλιεργείται με παραδοσιακές πρακτικές, ενώ το 30% αυτού του ποσοστού είναι παραδοσιακοί ελαιώνες που δεν μπορούν να εκμηχανιστούν. Αυτό το ποσοστό είναι που αντιστοιχεί στα 530.000 εκτάρια που εγκαταλείπονται σιγά σιγά, και τα οποία είναι μοιρασμένα σε 240.000 παραγωγούς, με μέσο όρο 1 έως 3 εκτάρια. Όπως υποστηρίζει η Deoleo, πρόκειται για παραγωγές υψηλής ποιότητας ενώ η παρουσία του συγκεκριμένου ελαιώνα έχει θετικό αντίκτυπο τόσο στο περιβάλλον, όσο και στην διατήρηση της ζωής της υπαίθρου, πέρα από την πολιτισμική αξία που αναμφισβήτητα συμβολίζουν οι εκμεταλλεύσεις αυτές.
Ωστόσο το κόστος παραγωγής, άνω των 3 ευρώ ανά κιλό, ξεπερνά κατά πολύ τον μέσο όρο που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στην Ισπανία, κοντά στα 2,40 ευρώ ανά κιλό. Μάλιστα, η τάση αυτή είναι υπεύθυνη για την εγκατάλειψη ήδη 130.000 εκταρίων.
Δύσκολα βλέπει τα πράγματα η Deoleo και για το μέλλον του κλάδου εν γένει, αφού κάνει λόγο για μια αύξηση της παγκόσμια παραγωγής που μπορεί να αγγίξει τους 4.9 εκατ τόνους ετησίως. Αντιθέτως, η κατανάλωση δεν μπορεί να ξεπεράσει τους 3,9 εκατ. τόνους. «Συνεπώς, τα επόμενα χρόνια το κενό ανάμεσα στην προσφορά και την ζήτηση θα ενισχυθεί, σχηματίζοντας αποθέματα ανάμεσα στους 1 και 2 εκατ. τόνους», αναγράφεται χαρακτηριστικά.
Μεταξύ των στρατηγικών που προτείνει ο ισπανικός γίγαντας του ελαιολάδου, προκειμένου να αποφευχθεί η εγκατάλειψη της παραδοσιακής ελαιοκομίας, είναι η μείωση του κόστους παραγωγής και η προώθηση μιας νέας κατηγοριοποίησης των ελαιολάδων, που θα δίνει ξεκάθαρο ποιοτικό προβάδισμα στα ελαιόλαδα αυτά, σε ό,τι αφορά τον τρόπου που εμπορεύονται.