Tην γνωστή φράση «σαν τη Χαλκιδική δεν έχει» επιβεβαίωσαν σήμερα και στην Αρχαιολογία, οι συμμετέχοντες σε ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Το φυσικό περιβάλλον, οι θάλασσες και παραλίες και οι γεύσεις, συμπληρώνονται και από τα κομμάτια της ιστορίας που «αφηγούνται» μεταξύ άλλων τα Αρχαία Στάγειρα, η πατρίδα του Αριστοτέλη, το Ιερό του Άμμωνα Δία, η Αρχαία Όλυνθος ή η Τορώνη, και αναδεικνύουν ως κορυφαίο προορισμό τη συγκεκριμένη Περιφερειακή Ενότητα της Κεντρικής Μακεδονίας.
Στη συνάντηση παρουσιάστηκαν και συντέθηκαν παλαιά και νέα ανασκαφικά δεδομένα, αναφορικά με την παραγωγή αγγείων στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, από την Πρώιμη Εποχή Σιδήρου (1050-700 π.Χ.) έως και την Ύστερη Ελληνιστική περίοδο (150 - 31/27 π.Χ.) και επικεντρώθηκαν στην παρουσίαση των αρχιτεκτονικών καταλοίπων εργαστηρίων κεραμικής και του υλικού τους, στη μελέτη συγκεκριμένων ομάδων αγγείων τοπικής παραγωγής, καθώς και στην παρουσία αυτών σε πόλεις και οικισμούς εκτός Χαλκιδικής μέσω των εμπορικών οδών και όχι μόνο.
Στη Νικήτη ένα από τα μεγαλύτερα νεκροταφεία της Εποχής του Σιδήρου στη Β. Ελλάδα
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον Άγιο Ιωάννη Νικήτης του Δήμου Σιθωνίας και εντός οικοπέδου όπου αναπτύσσεται μεγάλη τουριστική επένδυση, εντοπίστηκε νεκροταφείο που εκτείνεται χρονικά από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου μέχρι και τους Κλασικούς Χρόνους. «Ο χώρος είναι ιδιαίτερα σημαντικός, καθώς πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα νεκροταφεία της Εποχής Σιδήρου στη Βόρεια Ελλάδα, με μεγάλο αριθμό και ποικιλία ταφών και πολλά κτερίσματα», τόνισε η προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και Μουσείων Ελένη Λαμπροθανάση, κατά την ανάγνωση της εισήγησης που έκανε η ίδια με τη Νομική Γάργαλη και τη Χαρίκλεια Κορομηλά.
«Έως τώρα έχουν εντοπιστεί και ερευνηθεί συνολικά 1.314 ταφές ποικίλων τύπων, που περιλαμβάνουν εγχυτρισμούς (σε πίθους ήαμφορείς), κιβωτιόσχημους τάφους, ταφικές θήκες, λακκοειδείς τάφους με ή δίχως κάλυψη και μία σαρκοφάγο», συμπλήρωσε, λέγοντας επίσης ότι συντηρήθηκε, καταγράφηκε και ψηφιοποιήθηκε μεγάλο μέρος των κτερισμάτων από το νεκροταφείο, που προέκυψαν από την ανασκαφική έρευνα των ετών 2019-2020. «Τα κτερίσματα των τάφων είναι ως επί το πλείστον απλά πήλινα σκεύη, αλλά και πιο πολυτελή αντικείμενα, όπως κοσμήματα και γυάλινα αγγεία. Μεγάλο μέρος της κεραμικής αποτελούν τα αγγεία της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου», είπε χαρακτηριστικά η κ. Λαμπροθανάση. Η συγκεκριμένη ανασκαφική έρευνα συνεχίζεται και φέτος από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, στη νότια περιοχή του οικοπέδου.
Εργαστήρια κεραμικής στη Φούρκα από τον 5ο αιώνα π.Χ.
Μία υδρία, ένα αγγείο μεγάλης χωρητικότητας με τρεις λαβές, εκ των οποίων η μία κάθετη στο λαιμό του σκεύους, άντεξε για αιώνες κάτω από το επίπεδο της γης κάπου στη Χαλκιδική και ήρθε το φως το 2007 σχεδόν ακέραιη.
Ήταν το πιο αναπάντεχο -από άποψη διατήρησης- από τα ευρήματα σύντομης σωστικής ανασκαφής που πραγματοποιήθηκε το 2007 στη βόρεια πλευρά του αυτοκινητοδρόμου Φούρκας - Κασσανδρείας, μέσα στα όρια του οικισμού της Σκάλας Φούρκας, με αφορμή την εκσκαφή τάφρου για την τοποθέτηση αποχετευτικού αγωγού.
«Αξιοπρόσεκτο είναι το βάρος του αγγείου που φτάνει τα 6,5 κιλά, ενώ το ύψος του υπερβαίνει μόλις τα 36 εκατοστά. Λείπει το μεγαλύτερο τμήμα της μίας οριζόντιας λαβής, ενώ στο χείλος, στη βάση και σε τρία σημεία στο σώμα υπάρχουν σπασίματα, το μεγαλύτερο εκ των οποίων είναι τριγωνικό και βρίσκεται στην κοιλιά του σκεύους», περιέγραψε η καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Ελένη Μανακίδου, στην εισήγηση που έκανε από κοινού με την Ηλέκτρα Αναγνωστοπούλου-Χατζηπολυχρόνη.
Στη συγκεκριμένη ανασκαφή, ήδη από την έναρξη των εργασιών και σε βάθος 1,10 μ από την επιφάνεια του δρόμου, εντοπίστηκε μεγάλη συγκέντρωση κεραμικής, η οποία εκτεινόταν σε μήκος 2,70 μέτρων, ενώ εισχωρούσε στις παρειές της και συνεχιζόταν κάτω από το οδόστρωμα. Πρόκειται για σκεύη μεσαίου μεγέθους, που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες φύλαξης και σερβιρίσματος υγρών και στερεών αγαθών.
«Δεν υπήρχε αμφιβολία πως επρόκειτο για αποθέτη και γι’ αυτό αποφασίστηκε η σταδιακή αφαίρεση της κεραμικής σε στρώσεις, προκειμένου να αποκαλυφθεί -όσο ήταν δυνατόν- το μέγεθος και η μορφή», ανέφερε η κ. Μανακίδου, εξηγώντας ότι συνολικά αφαιρέθηκαν οκτώ στρώσεις (σε βάθος 1,78 μέτρων) και μετά η ανασκαφή διεκόπη, καθώς δεν υπήρχε δυνατότητα διεύρυνσης του πλάτους του σκάμματος και υπήρχε κίνδυνος κατάρρευσης των παρειών.
Στη Χαλκιδική με ...ψηφιακό ξεναγό
Ταυτόχρονα δημιουργείται και η ιστοσελίδα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, με τεράστια πληροφορία όσον αφορά τα μνημεία και τους αρχαιολογικούς χώρους της περιοχής, με πρωτότυπο υλικό, πρωτότυπα κείμενα και πληροφορίες για την εξυπηρέτηση του πολίτη.
Οι 1.000 αρχαίοι τάφοι της Χαλκιδικής - Mεγάλο νεκροταφείο στo Αγ.Γιάννη Νικήτης Σιθωνίας -Αγνωστο ναυάγιο στην Κασσάνδρα
Η ανασκαφή σε αγροτεμάχιο όπου θα αναπτύσσονταν εγκαταστάσεις ήπιας αναψυχής κατά μήκος της παραλίας, έφερε στο φως πλήθος τάφων, ασύλητων στην πλειονότητά τους, σε πυκνή διάταξη μέσα σε αμμώδες και ελώδες στρώμα, που χρονολογούνται από τον 10ο έως τον 5ο αιώνα π.Χ. Ταφές σε πίθους έως και δύο μέτρων και αμφορείς μέσα σε λίθινους περιβόλους, ταφικές θήκες, κτιστοί κιβωτιόσχημοι, λακκοειδείς τάφοι και μια σαρκοφάγος μαρτυρούν τις ταφικές πρακτικές της ευρύτερης περιοχής της Χαλκιδικής από την Εποχή του Σιδήρου έως τους πρώιμους Κλασικούς Χρόνους.
Πλούσια ήταν και τα ταφικά «δώρα» που διασώθηκαν. Πήλινα αγγεία στο σχήμα του κάνθαρου και του κρατήρα, χύτρες, σκύφοι, αμφορείς και θήλαστρα, ειδώλια, χάλκινα και σιδερένια κοσμήματα συνόδευαν τους νεκρούς. Τις πρώτες ενδείξεις (132 ταφές) για την ύπαρξη σημαντικής νεκρόπολης είχαν φέρει στο φως παλαιότερες έρευνες (Κ. Ρωμιοπούλου, 1977, Ε. Τρακοσοπούλου, 1984-1988) οι οποίες, με τα νέα ανασκαφικά δεδομένα, ανεβάζουν τον αριθμό σε 1.044 τάφους.
Παρά τις τρεις ανασκαφές, εξηγεί η κ. Λαμπροθανάση, παραμένει άγνωστο σε ποιον αρχαίο οικισμό ανήκε το νεκροταφείο. Οι πρώτες εκτιμήσεις παραπέμπουν πιθανότατα στον οικισμό της νήσου Καστρί όπου το 1977 οι έρευνες έφεραν στην επιφάνεια προϊστορικά και αρχαϊκά οικοδομικά λείψανα. Η συνέχεια της ανασκαφής θα δώσει ενδεχομένως τις απαντήσεις για την ταύτισή του που αναζητούν εδώ και χρόνια οι αρχαιολόγοι.
Ενα μικρό θαύμα έσωσε από λαθρανασκαφείς το ιστιοφόρο πολεμικό πλοίο που βυθίστηκε πιθανόν στα χρόνια της επαναστατικής περιόδου στη θαλάσσια περιοχή της Κασσάνδρας. Το μισοβυθισμένο ξύλινο σκαρί διατηρούσε σε άριστη κατάσταση πολεμικό εξοπλισμό, μεταξύ αυτών δύο κανόνια και ένα καριοφίλι καθώς και δεκάδες χρηστικά αντικείμενα που φωτίζουν τα χρόνια της Επανάστασης του 1821 στη Μακεδονία.
Το ναυάγιο εντοπίστηκε πριν από τρία χρόνια στη Σκάλα της Φούρκας, όταν οι κυματισμοί της θάλασσας μετακίνησαν την άμμο που το σκέπαζαν και παρέμενε θαμμένο επί περίπου 200 χρόνια. Η αποκάλυψη μέρους του πλοίου σήμανε συναγερμό στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων για το ναυάγιο των νεωτέρων χρόνων που παρέμενε άθικτο σε μια τόσο κοντινή απόσταση από την ακτή (80-100 μ.) και σε ένα μικρό βάθος (4 μ.).
Τελικά η ομάδα με επικεφαλής την καταδυόμενη αρχαιολόγο και υπεύθυνη της ανασκαφής Σταυρούλα Βραχιονίδου από το Γραφείο Βορείου Ελλάδος της Εφορείας Εναλίων προχώρησε σε υποβρύχια κατεπείγουσα σωστική ανασκαφή τον περασμένο Νοέμβριο. «Από τις πρώτες βουτιές είδαμε ένα εντυπωσιακό ναυάγιο. Το μισοθαμμένο σε αμμώδη βυθό πλοίο διατηρούσε τα κινητά του ευρήματα σε άριστη σχεδόν κατάσταση», μας λέει η κ. Βραχιονίδου. «Δύο πυροβόλα όπλα (κανόνια), ένα ντουφέκι που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στα χρόνια της ελληνικής επανάσταση του 1821 και πολλά αντικείμενα για τις καθημερινές ανάγκες του πληρώματος ήταν τα πρώτα αντικείμενα που περισυλλέξαμε μόνο από το ορατό μέρος του πλοίου».
Μπακιρένια, πήλινα και πορσελάνινα αγγεία, μπρούτζινες φιάλες, μια ξύλινη κουβαρίστρα, ένα μελανοδοχείο ξεχωρίζουν ανάμεσα στα 34 συνολικά αντικείμενα που ανέσυραν οι αρχαιολόγοι. Τα περισσότερα ήταν συγκεντρωμένα στο βόρειο άκρο του σκάφους. Σε όλη την επιφάνεια του ναυαγίου σώζονται ίχνη από πανιά και σχοινιά (γραντί) και άλλα οργανικά στοιχεία μεταξύ των οποίων ένα σακί με κόκκους καφέ και ένα ψάθινο καλάθι. Η εκτίμηση των αρχαιολόγων είναι ότι το βυθισμένο μέρος του σκάφους διασώζει πλήθος άλλων αντικειμένων που φυλάσσονταν ενδεχομένως στα αμπάρια του.
Το ξύλινο σκαρί, πιθανότατα είδος δικάταρτου καραβιού μήκους περίπου 25 μέτρων και πλάτους 8 μέτρων, διατηρεί από την ορατή πλάγια πλευρά του ξύλινα στοιχεία, μέρος της πλώρης και πιθανότατα πολλά άλλα στοιχεία του, όπως την καρίνα, που βρίσκονται θαμμένα σε μεγαλύτερο βάθος.
Ποιο ήταν άραγε το μπρίκι του 18ου – 19ου αιώνα που έπλεε στη θαλάσσια περιοχή της Χαλκιδικής; Ποιος ήταν ο προορισμός του και ο στόλος του; Προς το παρόν, η αρχαιολογική ομάδα, με βάση τα δεδομένα, μόνο υποθέσεις μπορεί να κάνει. «Η πρώτη σκέψη παραπέμπει στην επανάσταση της Χαλκιδικής το 1821 με αρχηγό τον Εμμανουήλ Παπά», αναφέρει η κ. Βραχιονίδου. Σε αυτό το ενδεχόμενο, το ερώτημα είναι εάν το ναυάγιο ήταν σκάφος των αγωνιστών του Εμμανουήλ Παπά ή ένα από τα πολεμικά πλοία που έπλευσαν από τα ναυτικά νησιά για να συνδράμουν στην εξέγερση της Χαλκιδικής;
Το νεκροταφείο του Αγίου Ιωάννη και το ναυάγιο (Σ. Βραχιονίδου, Α. Τούρτας) παρουσιάζονται σήμερα στο 35ο συνέδριο του ΑΠΘ για το αρχαιολογικό έργο της Μακεδονίας και της Θράκης, το οποίο περιλαμβάνει 68 ανακοινώσεις για τα νέα ανασκαφικά δεδομένα πλην των ευρημάτων από τη μεγαλύτερη ανασκαφή της Θεσσαλονίκης στα έργα του μετρό.