Το ναυάγιο εντόπισαν τυχαία, το καλοκαίρι του 2020, μέλη του κλιμακίου του νεοσύστατου τότε γραφείου της Εφορίας Εναλίων Αρχαιοτήτων στη βόρεια Ελλάδα, σε υποβρύχια αυτοψία που έκαναν, με σκοπό να γνωμοδοτήσουν σε μελέτη για την κατασκευή βυθισμένων κυματοθραυστών και την πλήρωση της ακτής με άμμο, ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της διάβρωσης...
Σε νέα υποβρύχια αυτοψία στο ναυάγιο, σε απόσταση 80 μέτρων από την ακτή και σε βάθος τεσσάρων μέτρων, ερευνήθηκε το ξύλινο σκαρί του πλοίου που εκτιμάται ότι είχε μήκος 25 μέτρα και πλάτος οκτώ.
Μεγάλο ενδιαφέρον είχαν τα δύο κανόνια που βρέθηκαν σε καλή κατάσταση, μήκους 1,65 και 1,86 μέτρων αντίστοιχα, καθώς και το καριοφίλι, που ξεπερνά το ενάμισι μέτρο, φέρει διακοσμητικά στοιχεία και η τυπολογία του ομοιάζει πολύ με τα τουφέκια και τα καριοφίλια που χρησιμοποιήθηκαν στην Ελληνική Επανάσταση από τους στεριανούς αγωνιστές.
Όλα αυτά βρέθηκαν δίπλα σε φερτά υλικά, τούβλα, τσιμεντόλιθους, λάστιχα αυτοκινήτων, ακόμη και μια οθόνη τηλεόρασης που, όπως είπαν οι κάτοικοι της περιοχής, κατέληξαν εκεί κατά τις πλημμύρες των τελευταίων δεκαετιών. Στο ίδιο σημείο βρέθηκε και μια σύγχρονη σκάλα, που όπως φαίνεται, χρησιμοποιήθηκε σε λαθρανασκαφή και επρόκειτο να λειτουργήσει ως φορείο για την απομάκρυνση του ενός κανονιού από το βυθό.
Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα της σωστικής έρευνας των αρχαιολόγων Σ. Βραχιονίδου και Α. Τούρτα, που ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2022, παρουσιάστηκαν στην ετήσια αρχαιολογική συνάντηση για τις ανασκαφές του 2022 στη Μακεδονία και τη Θράκη, που διοργάνωσαν το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, στη μνήμη του καθηγητή Δημήτρη Παντερμαλή.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, η έρευνα βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο, όμως το ναυάγιο είναι πιθανόν να ανήκει στην επαναστατική περίοδο και να χρονολογείται στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι επίσης πιθανό το ίδιο το πλοίο να έπαιξε ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση και συγκεκριμένα στην εξέγερση στη Χαλκιδική, πρωτεργάτης της οποίας ήταν ο Εμμανουήλ Παπάς, ο οποίος μετέφερε τρόφιμα για να ενισχύσει τους δοκιμαζόμενους επαναστάτες.
Ενδείξεις, άλλωστε, για την ταυτότητα του πλοίου μαρτυρούν τα ευρήματα του ναυαγίου, στα οποία συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, σχοινιά και πανιά (με βάση τα οποία εικάζεται ότι το πλοίο ήταν ιστιοφόρο), αγγεία πήλινα και μεταλλικά, ένα μπακιρένιο ταψί, ένα μεγάλο χάλκινο σκεύος, ένα γυάλινο μπουκάλι με το φελλό του, θραύσματα πορσελάνινων φλυτζανιών μια ξύλινη κουβαρίστρα, ένα διαλυμένο σακί και ένα μπρούντζινο μελανοδοχείο.
Η έρευνα και η μελέτη του υλικού θα συνεχιστεί, ενώ, όπως εκτιμάται, η υποβρύχια ανασκαφή μπορεί να αναδείξει την περιοχή και το πολιτιστικό απόθεμά της και να φωτίσει την όχι και τόσο γνωστή επανάσταση του 1821 στη Μακεδονία από αρχαιολογικής πλευράς.
Π. Γιούλτση